Η ενσωμάτωση της προσωπικής διαφοράς στο ποσό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης σημαίνει ότι οι συντάξεις που λαμβάνουν σήμερα οι 670.000 συνταξιούχοι με προσωπική διαφορά θα επανέλθουν αυτόματα στα επίπεδα που ήταν πριν γίνει ο επανυπολογισμός τους με τους νόμους Κατρούγκαλου και Βρούτση, και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να ξεπαγώσουν, από το 2026, αυξήσεις που λόγω της προσωπικής διαφοράς άλλοι θα έπαιρναν ύστερα από 3 έτη, άλλοι έπειτα από 5 έτη και άλλοι ακόμη και ύστερα από 10 έτη!
Στην πράξη, ένας συνταξιούχος που είχε 1.000 ευρώ σύνταξη, πριν από το 2016, όταν επανυπολογίστηκαν οι αποδοχές του, πήρε εθνική και ανταποδοτική σύνταξη 800 ευρώ και για να μην έχει μείωση συνέχισε να παίρνει τα υπόλοιπα 200 ευρώ ως προσωπική διαφορά. Μέχρι οι αυξήσεις να φτάσουν στα 200 ευρώ, ο συνταξιούχος θα λαμβάνει 1.000 ευρώ. Οταν οι αυξήσεις ξεπεράσουν τα 200 ευρώ, τότε η προσωπική διαφορά θα μηδενιστεί και η σύνταξη θα αρχίσει να αυξάνεται πάνω από τα 1.000 ευρώ. Με τις έως τώρα αυξήσεις, η προσωπική διαφορά των 200 ευρώ, για παράδειγμα, κατέβηκε στα 120 ευρώ και στο συγκεκριμένο παράδειγμα οι πραγματικές αυξήσεις θα αργήσουν για άλλα 5 χρόνια.
Η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς σημαίνει ότι τα 120 ευρώ θα ενσωματωθούν στη σύνταξη, η οποία θα διαμορφωθεί στα 1.000 ευρώ και επάνω σε αυτό το ποσό θα αρχίσουν να υπολογίζονται αυξήσεις από το 2026. Οι αυξήσεις που θα λάβουν οι συνταξιούχοι με την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς ξεκινούν από 12 ευρώ για όσους έχουν πολύ χαμηλές συντάξεις, της τάξης των 450 ευρώ έως 500 ευρώ, και φτάνουν έως 55 ευρώ για συντάξεις που μαζί με την προσωπική διαφορά ανέρχονται στις 2.200 ευρώ. Οι μέσες συντάξεις που με την ενσωμάτωση της προσωπικής διαφοράς κυμαίνονται μεταξύ 1.300 ευρώ και 1.700 ευρώ θα έχουν αυξήσεις από 32 ευρώ έως 42 ευρώ τον μήνα.
Οι εν λόγω συνταξιούχοι στερήθηκαν ήδη τρεις αυξήσεις (2023, 2024, 2025) και, αν δεν καταργηθεί η προσωπική διαφορά, κινδυνεύουν να αποκλειστούν και από τις επόμενες. Το κόστος από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς είναι ότι από το 2026 θα προστεθούν άλλοι 670.000 συνταξιούχοι στους δικαιούχους των ετήσιων αυξήσεων που αποφασίζει η κυβέρνηση. Φέτος πήραν αυξήσεις 1,9 εκατ. συνταξιούχοι, με κόστος 440 εκατ. ευρώ για τον προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει μια μέση ετήσια αύξηση κατά 232 ευρώ σε κάθε συνταξιούχο. Αν προστεθούν και οι 670.000 συνταξιούχοι που έχουν προσωπική διαφορά, με μια μέση ετήσια αύξηση κατά 232 ευρώ, τότε το κόστος των αυξήσεων ανεβαίνει κατά 155 εκατ. ευρώ (670.000 Χ 232€=155,4 εκατ. ευρώ). Αυτά τα 155 – 160 εκατ. ευρώ θα είναι το κόστος που θα προκαλέσει η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς κατά την πρώτη χρονιά (2026) που θα πάρουν αυξήσεις οι 670.000 συνταξιούχοι.
«Για να καλύψουμε αυτή τη μεγάλη αδικία που μας κληρονόμησε η προηγούμενη κυβέρνηση, της προσωπικής διαφοράς, ερχόμαστε και δίνουμε έκτακτο βοήθημα για να καλύψουμε αυτή τη διαφορά(…). Η λογική μας και θα μείνω εδώ είναι να καλύψουμε αυτές τις τρύπες του παρελθόντος. Θα δούμε τα περισσότερα στη ΔΕΘ», δήλωσε μεταξύ άλλων ο υφυπουργός Εργασίας Κώστας Καραγκούνης.
Πάντως, πέρα από την άμεση φορολογία, φορείς της αγοράς επιμένουν στην ανάγκη να υπάρξει παρέμβαση και στους έμμεσους φόρους.
Ταυτόχρονα ο πρόεδρος Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά Βασίλης Κορκίδης τόνισε: «Μεγαλύτερη έκπληξη, λοιπόν, θα θεωρούσα εάν κάνει μια μείωση ή μια μετάταξη στους συντελεστές ΦΠΑ σε βασικά αγαθά και ιδιαίτερα τρόφιμα. Αυτό θα το θεωρούσα ότι θα ήταν πραγματικά μια γενναία πράξη».
Στο πακέτο των μέτρων που επεξεργάζεται η κυβέρνηση είναι και η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης κατά 30%, σταδιακά, έως το 2027.
